- χώσεται
- χόωthrowaor subj mid 3rd sg (epic)χόωthrowfut ind mid 3rd sgχώομαιto be angryaor subj mid 3rd sg (epic)χώομαιto be angryfut ind mid 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ψυχώσεται — ψῡχώσεται , ψυχόω give soul to aor subj mid 3rd sg (epic) ψῡχώσεται , ψυχόω give soul to fut ind mid 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κρείσσων — και κρείττων, ον (AM, Α ιων. τ. κρέσσων, ον, δωρ. τ. κάρρων, ον, κρητ. τ κάρτων, ον) 1. καλύτερος, ανώτερος ως προς τη θέση, την αξία κ.λπ. («νεῑκος δὲ κρεσσόνων ἀποθέσθ ἄπορον», Πίνδ.) 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ κρείσσονα ή κρείττονα ή… … Dictionary of Greek
ἐψυχώσεται — ἐψῡχώσεται , ψυχόω give soul to futperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)